Ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για το ελληνικό Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα

Ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για το ελληνικό Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα

Ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο για το ελληνικό Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα

Διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων του Πανεπιστημίου

Σε προηγούμενο άρθρο μου στο Βήμα της Κυριακής, στις 5 Δεκεμβρίου 2021, επεσήμανα την ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου του ελληνικού Πανεπιστημίου μπροστά στις καταιγιστικές αλλαγές του 21ου αιώνα, εστιάζοντας στον πρώτο από τους βασικούς πυλώνες αυτού του πλαισίου, δηλαδή τη διοίκηση και οργάνωση του πανεπιστημίου. Πρότεινα την υιοθέτηση μιας διακριτής διττής δομής διακυβέρνησης, με Συμβούλιο και Σύγκλητο, με διαχωρισμένες αρμοδιότητες και σαφείς ρόλους. Οι Πρυτανικές αρχές θα μπορούν να έχουν αυξημένες εκτελεστικές αρμοδιότητες, καθώς θα έχουν θεσπιστεί αντίβαρα με τον εποπτικό ρόλο του Συμβουλίου και η Σύγκλητος θα εξακολουθήσει να έχει σε μεγάλο βαθμό τις σημερινές αρμοδιότητες με έμφαση στα ακαδημαϊκά θέματα. Το Συμβούλιο, από την άλλη πλευρά, χωρίς να εμπλέκεται στην καθημερινή διοίκηση του Πανεπιστημίου, θα έχει ως αποστολή του τον έλεγχο στις αποφάσεις των οργάνων διοίκησης, τη χάραξη της στρατηγικής, την εξεύρεση πόρων και νέων πηγών χρηματοδότησης, την ανάπτυξη της εξωστρέφειας, αλλά και την εποπτεία του φορέα διαχείρισης, εκμετάλλευσης και αξιοποίησης της ακίνητης, κινητής και άυλης περιουσίας του ΑΕΙ (ΝΠΙΔ).

Η τελευταία αρμοδιότητα του Συμβουλίου σχετίζεται με την αποτελεσματική διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων του πανεπιστημίου, που αποτελεί τον δεύτερο σημαντικό μεταρρυθμιστικό πυλώνα και απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση της αποστολής των ΑΕΙ. Σήμερα, τα κύρια έσοδα των ελληνικών Πανεπιστημίων, πέραν της κρατικής χρηματοδότησης, προέρχονται από ερευνητικά προγράμματα και από μεταπτυχιακά προγράμματα με δίδακτρα. Η διαχείριση των ερευνητικών κονδυλίων θα πρέπει να παραμείνει στους Ειδικούς Λογαριασμούς Διαχείρισης των Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) των ΑΕΙ για δύο λόγους: έναν ουσιαστικό και έναν πρακτικό. Πρώτον, γιατί έρευνα και εκπαίδευση είναι άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους σε ένα πανεπιστήμιο, με τις αποφάσεις της ερευνητικής στρατηγικής να επηρεάζουν την εκπαιδευτική και αντίστροφα. Δεύτερον, γιατί μεταφορά της διαχείρισης των ερευνητικών κονδυλίων στο ΝΠΙΔ θα σήμαινε ένταξή τους στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης, καθώς οι πόροι αυτοί είναι κυρίως εθνικοί ή ευρωπαϊκοί.

Μια τρίτη κατηγορία εσόδων για τα πανεπιστήμια, είναι οι ίδιοι πόροι που περιλαμβάνουν και την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας και της διανοητικής ιδιοκτησίας τους. Η αξιοποίηση των πόρων αυτών σήμερα δεν είναι στο επιθυμητό επίπεδο, καθώς απαιτείται επαγγελματική διαχείριση αλλά και ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο, μέσω ενός ΝΠΙΔ που δεν θα συμπεριλαμβάνεται στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης. Ο φορέας αυτός θα εποπτεύεται από το Συμβούλιο του ΑΕΙ, θα απορροφήσει τις υφιστάμενες εταιρείες αξιοποίησης της περιουσίας των ΑΕΙ και θα έχει υπό την στέγη του τα Γραφεία Μεταφοράς Τεχνολογίας, που έχουν ως αποστολή την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας και τη διασύνδεση των πανεπιστημίων με την οικονομία.