Συνέντευξη στο parapolitika.gr και τη δημοσιογράφο Ματίνα Σπυροπούλου (δεύτερο μέρος)

Συνέντευξη στο parapolitika.gr και τη δημοσιογράφο Ματίνα Σπυροπούλου (δεύτερο μέρος)

Για  το επίπεδο των σπουδών στη χώρα μας, για το πόσοι ξένοι φοιτητές θα μπορούσαν να σπουδάσουν εδώ, για τη γραφειοκρατία στην εκπαίδευση, αλλά και για τις χαμηλές βάσεις των πανελλαδικών που έριξαν το επίπεδο αρκετών σχολών μίλησε στο parapolitika.gr και τη δημοσιογράφο Ματίνα Σπυροπούλου, ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Βασίλης Διγαλάκης.

Διαβάστε το δεύτερο μέρος της συνέντευξης του Βασίλη Διγαλάκη, όπως δημοσιεύτηκε στο parapolitika.gr στις 30 Σεπτεμβρίου 2020:

Θεωρείτε πως η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα προσφέρει τις ίδιες ευκαιρίες με τις ανάλογες σπουδές στο εξωτερικό; Είναι ισάξιου επιπέδου;

Ναι, θεωρώ πως η ελληνική ανώτατη εκπαίδευση ανοίγει δρόμους και δίνει ευκαιρίες αντίστοιχες των σπουδών στο εξωτερικό. Σε αυτό συνηγορεί όχι μόνο το υψηλό επίπεδο των προσφερόμενων πτυχιακών αλλά και μεταπτυχιακών σπουδών πολλών πανεπιστημιακών τμημάτων και οι εξαιρετικοί διδάσκοντες και ερευνητές που διαθέτουμε, αλλά και η εξέλιξη των αποφοίτων ελληνικών πανεπιστημίων, οι οποίοι διακρίνονται σε κορυφαία ευρωπαϊκά και αμερικανικά μεταπτυχιακά προγράμματα ή σταδιοδρομούν στο εξωτερικό.

Τα περιθώρια βελτίωσης που έχουμε ωστόσο είναι μεγάλα και ο προσανατολισμός μας είναι σαφής: να απαλλαγούμε από τα βαρίδια του παρελθόντος στην ανώτατη εκπαίδευση και να δώσουμε το κατάλληλο πλαίσιο και τα μέσα στα Πανεπιστήμια προκειμένου να διεκδικήσουμε καλύτερες θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις.

Ακολουθούμε την οδό της εξωστρέφειας και του εκσυγχρονισμού της ανώτατης εκπαίδευσης μέσω δράσεων διεθνοποίησης των ελληνικών πανεπιστημίων, αξιοποιώντας συνεργασίες με αναγνωρισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού και τη συμμετοχή των ελληνικών ΑΕΙ στο δίκτυο Erasmus, το οποίο χρηματοδοτεί σχήματα συνεργασιών μεταξύ κορυφαίων ευρωπαϊκών πανεπιστημίων που προσφέρουν καινοτόμα προγράμματα σπουδών.

Όλα τα επόμενα θεσμικά βήματά μας επιδιώκουν την ενδυνάμωση της ανώτατης εκπαίδευσης, την ενίσχυση των ιδρυμάτων μας με σύγχρονους και αποτελεσματικούς θεσμούς διοίκησης, την εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής αυτονομίας και τη διασύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και την πραγματική οικονομία.

Πόσοι ξένοι φοιτητές θα μπορούσαν να σπουδάζουν ετησίως στα ελληνικά ΑΕΙ;

Ήδη στη χώρα μας σπουδάζουν αρκετοί ξένοι φοιτητές σε μεταπτυχιακά προγράμματα καθώς και για διδακτορικές σπουδές. Εμείς, επειδή θέλουμε να προσελκύσουμε περισσότερους ξένους φοιτητές, θεσπίσαμε τα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών πρώτου κύκλου δίνοντας μάλιστα πλήρη αυτονομία στα Ιδρύματα για την ίδρυσή τους, με την εμπλοκή πάντα της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, ώστε να έχουν πιστοποιηθεί.

Πιστεύουμε ότι από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, 2021-2022, θα προσφέρονται τέτοια προγράμματα και η χώρα μας σταδιακά θα πετύχει να γίνει εκπαιδευτικό κέντρο στην νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μεσόγειο, με οφέλη τόσο ακαδημαϊκά όσο και οικονομικά και για τα ίδια τα Πανεπιστήμια αλλά και την κοινωνία.

Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας από την πρώτη κιόλας μέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά της, προανήγγειλε την απλοποίηση των σύνθετων και γραφειοκρατικών λειτουργιών στην εκπαίδευση. Τα πρώτα βήματα έγιναν ποιες άλλες διαδικασίες έχετε σκοπό να αναδιαμορφώσετε το αμέσως επόμενο διάστημα;

Χωρίς αμφιβολία η ασφυκτική γραφειοκρατία κάνει δυσκίνητο και λιγότερο ανταγωνιστικό το ελληνικό πανεπιστήμιο. Είναι απαραίτητο τα ΑΕΙ να λειτουργούν υπό όρους διαφάνειας, αλλά με υψηλό βαθμό αυτονομίας και ελευθερίας.

Με αυτό το πνεύμα κινηθήκαμε εξαρχής σε μια σειρά ζητημάτων όπως η απελευθέρωση των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ), με την οποία διευκολύνεται η έρευνα και σταματά η απώλεια ερευνητικών πόρων, η εφαρμογή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στις πρυτανικές εκλογές και η ίδρυση ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων, χωρίς να απαιτείται έγκριση υπουργού.

Το υπό διαμόρφωση νομοσχέδιο, που πρόκειται να τεθεί σε διαβούλευση το επόμενο διάστημα, θα καθορίσει ένα νέο ολικό πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση, με πάρα πολλές μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις σε σχέση με τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου, τη διοικητική διάρθρωση και λειτουργία των ΑΕΙ, τον εκσυγχρονισμό της ακαδημαϊκής λειτουργίας και των σπουδών, τη διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων των ΑΕΙ κ.α.

Στο τέλος καλοκαιριού βγήκαν οι βάσεις εισαγωγής φανερώνοντας σημαντική πτώση σε ΑΕΙ με αποτέλεσμα μαθητές να περνούν σε σχολές με πολύ χαμηλή βαθμολογία. Θεωρείτε ότι το σύστημα πρέπει να επανεξεταστεί ώστε να μην υπάρχουν τέτοια φαινόμενα που «ρίχνουν το επίπεδο» των σχολών;

Ήταν δικαιολογημένος ο προβληματισμός που προκάλεσε η πρόσφατη δημοσιοποίηση μεγάλου αριθμού τμημάτων με βάση εισαγωγής κάτω από το όριο των 10.000 μορίων και ασφαλώς συνιστά σοβαρό ζήτημα για το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι φέτος 40% των Τμημάτων είχαν βάση κάτω από 10 ενώ πέρυσι το ποσοστό αυτό ήταν στο 33%. Μπορεί σε ένα βαθμό οι συνθήκες πανδημίας να επηρέασαν την επιλογή των υποψηφίων και να τους απέτρεψαν να δηλώσουν περιφερειακά τμήματα, γνωρίζουμε ωστόσο ότι το πρόβλημα είναι διαχρονικό και συνδέεται με την απουσία ενός συνεκτικού σχεδίου για τη διαμόρφωση του χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης, το οποίο να ακολουθεί συγκεκριμένη στρατηγική.

Η υπερπροσφορά σε προγράμματα σπουδών – συχνά μη ευθυγραμμισμένων με τις σύγχρονες απαιτήσεις και γι’ αυτό κάποια από αυτά ελάχιστα ελκυστικά- καθώς και η υποβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης συμβάλλουν καθοριστικά στο φαινόμενο των χαμηλών βάσεων, το οποίο βεβαίως επιδεινώθηκε από τις αλλαγές Γαβρόγλου στον χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την εκτόξευση του αριθμού εισακτέων ειδικά την τελευταία διετία της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Το σχέδιο που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό συνδέεται με την αξιολόγηση όλων των τμημάτων / προγραμμάτων σπουδών που παρουσιάζουν προβλήματα κάτι που εντάσσεται στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδιασμού και της αξιολόγησης / πιστοποίησης ακαδημαϊκών μονάδων και προγραμμάτων σπουδών που έχει αναλάβει η ΕΘΑΑΕ. Παράλληλα, απαιτείται εφαρμογή επιπρόσθετων κριτηρίων εισαγωγής (βάση του 10, βαθμολογικά κριτήρια μαθημάτων ανά σχολή), κατάρτιση πολυετών προγραμματικών συμφωνιών μεταξύ Α.Ε.Ι. – ΥΠΑΙΘ μετά από εισήγηση της ΕΘΑΑΕ που θα περιλαμβάνουν και το αριθμό εισακτέων και ασφαλώς η ουσιαστική αναβάθμιση της μεταλυκειακής επαγγελματικής εκπαίδευσης, ως αντίβαρο στο μονόδρομο των ΑΕΙ.

Το επόμενο νομοσχέδιο του Υπουργείου όπως γνωρίζετε θα αφορά την επαγγελματική και δια βίου εκπαίδευση προκειμένου πολλά από αυτά να θεραπευθούν και να δοθεί μια αξιόπιστη διέξοδος στους νέους, μια διέξοδος με προοπτικές απασχόλησης και απορρόφησης στην αγορά εργασίας.

Είναι γνωστό ότι επισκέπτεστε προσωπικά πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα. Ποιο είναι το πιο συχνό παράπονο που ακούτε από εκπαιδευτικούς και φοιτητές ; Ποια η μεγαλύτερη αγωνία τους;

Είναι απαραίτητο να υπάρχει ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας με την ακαδημαϊκή κοινότητα για όλα τα θέματα που την απασχολούν και τα οποία ασφαλώς γνωρίζω από πρώτο χέρι.

Προέρχομαι από τον ακαδημαϊκό χώρο και τον έχω υπηρετήσει από θέσεις ευθύνης και αυτό με βοηθάει να κατανοώ τα προβλήματα που ανακύπτουν αλλά και να αφουγκράζομαι τις αγωνίες για το μέλλον του ελληνικού πανεπιστημίου. Συμμερίζομαι αυτές τις αγωνίες για ένα δημόσιο πανεπιστήμιο που θα λειτουργεί βάσει των διεθνών βέλτιστων πρακτικών, θα έχει αυξημένη αυτονομία και θα πορεύεται με μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό.

Οι φοιτητές μας εύλογα νοιάζονται για την αναβάθμιση των πτυχίων τους, τα οποία επιθυμούν να είναι ανταγωνιστικά και να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Ο στόχος μπορεί να μην είναι ο πλέον εύκολος και να χτίζεται σταδιακά, όμως υπάρχει η δυναμική και η σύμπνοια για να τον διεκδικήσουμε.

Τη συνέντευξη μπορείτε να διαβάσετε και στο parapolitika.gr κάνοντας κλικ εδώ.