“Το ΕΛΜΕΠΑ μπορεί ν’ αντεπεξέλθει, θα το στηρίξουμε”

“Το ΕΛΜΕΠΑ μπορεί ν’ αντεπεξέλθει, θα το στηρίξουμε”

Συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων Βασίλη Διγαλάκη στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ, Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020.

Το διάστημα που βρίσκεστε στο «τιμόνι» του Υπουργείου Παιδείας έχουν προχωρήσει αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τι θεωρείτε πιο σημαντικό και τι αναμένεται να γίνει το επόμενο διάστημα;

«Ήταν μια περίοδος εντατικής δουλειάς με σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας και συνεργασίας με την ακαδημαϊκή κοινότητα και μάλιστα σε αντίξοες συνθήκες, λόγω των απρόβλεπτων εξελίξεων που προκάλεσε η κρίση πανδημίας.

Η κατάργηση του ασύλου της ανομίας, η ίδρυση της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) -με ενισχυμένες αρμοδιότητες για την αξιολόγηση και την κατάρτισης εθνικής στρατηγικής-, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας στους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) των ΑΕΙ και η απελευθέρωση των Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων Σπουδών από την υπερρύθμιση του νόμου Γαβρόγλου αποτέλεσαν το πρώτο σκέλος της νομοθετικής μας πρωτοβουλίας.

Στον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο 4692/2020 επανήλθε η εκλογή των πρυτανικών Αρχών μέσω ενιαίου ψηφοδελτίου και θεσπίστηκε η διαδικασία της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, μέσω της οποίας διασφαλίζεται το αδιάβλητο της εκλογικής διαδικασίας καθώς και η ευρεία συμμετοχή, όπως αποδεικνύεται από τις πρώτες διενεργηθείσες εκλογές. Θεσμοθετήθηκε επίσης, η ίδρυση ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων, χωρίς να απαιτείται έγκριση υπουργού, καθώς και τα διπλά και κοινά προγράμματα σπουδών και τα θερινά προγράμματα, πρωτοβουλίες οι οποίες έτυχαν ευρείας αποδοχής από την ακαδημαϊκή κοινότητα.

Βαθιά μου πεποίθηση είναι ότι η Παιδεία είναι το αποτελεσματικότερο όχημα για τη συνολική ανάπτυξη της χώρας και όλες οι επιλογές μας κινούνται με στόχο τη διαμόρφωση ενός αυτοδύναμου, εξωστρεφούς, ανταγωνιστικού και καινοτόμου πανεπιστημίου συντονισμένου με τις σύγχρονες εξελίξεις που τρέχουν ταχύτατα.

Στο ίδιο πνεύμα και σε πλαίσιο ευρύτατης διαβούλευσης θα συνεχίσουμε και στα επόμενα βήματα. Τους επόμενους μήνες, οι θεσμικές παρεμβάσεις μας θα αφορούν μεταρρυθμίσεις στη διοικητική διάρθρωση και στις βασικές διοικητικές δομές των ΑΕΙ, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου, θέματα διαχείρισης και αξιοποίησης των πόρων των ΑΕΙ, τον εκσυγχρονισμό της οργάνωσης σπουδών, την ενίσχυση της διεθνοποίησης και της εξωστρέφειας και τη διευκόλυνση της κινητικότητας των φοιτητών, αλλά και άλλες ρυθμίσεις, σχετικές με την ενίσχυση της αξιοκρατίας στη διαδικασία εκλογής καθηγητών».

Λόγω πανδημίας, είδαμε ότι δεν μειώθηκε ο αριθμός των εισακτέων στις σχολές, όπως ήταν η πρόθεσή σας. Ποιος είναι ο σκοπός σας;

«Οι πρωτόγνωρες συνθήκες που επέβαλε η πανδημία στη λειτουργία των ΑΕΙ και η σαφής πρόθεσή μας να μη διαταράξουμε ακόμη περισσότερο τη διαδικασία στο σύστημα εισαγωγής, ούτε να γίνουν βεβιασμένες κινήσεις σε αυτό το θέμα οδήγησε στο να μην αναπροσαρμοστεί για φέτος ο ορισμός των εισακτέων στις σχολές.

Αυτό δε σημαίνει όμως, ότι αποκλίνουμε από τη διατυπωμένη μας θέση, ότι δηλαδή απαιτείται διαφορετική προσέγγιση στον προσδιορισμό του αριθμού εισακτέων και συμμετοχή των ιδρυμάτων στη διαδικασία. Αν δεν αντιστοιχούν οι δυνατότητες του τμήματος στον αριθμό των φοιτητών που υποδέχεται, αυτό έχει επίπτωση τόσο στο παρεχόμενο επίπεδο ποιότητας σπουδών, όσο και στην εύρυθμη υλοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας».

Οι εξετάσεις

Θα ήθελα ένα σχόλιό σας για τις χαμηλές βαθμολογίες που σημειώθηκαν φέτος στις πανελλαδικές εξετάσεις. Τι πιστεύετε πως φταίει και τι μπορεί να γίνει;

«Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν χαμηλές επιδόσεις στις πανελλαδικές εξετάσεις που ίσως σε έναν βαθμό να οφείλονται και στο όλο κλίμα της πανδημίας. Ωστόσο, το γεγονός ότι το ποσοστό των υποψηφίων, οι οποίοι έγραψαν κάτω από τη βάση κυμάνθηκε από 35% έως σχεδόν 50% για παράδειγμα στο 4ο επιστημονικό πεδίο, είναι κάτι που μας προβληματίζει. Για αυτό και στον πρόσφατο νόμο, ο οποίος ψηφίστηκε στη Βουλή με αντικείμενο την αναβάθμιση του σχολείου, εισαγάγαμε καινοτόμες δράσεις και ρυθμίσεις, οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με μαθητοκεντρική προσέγγιση».

Η προηγούμενη κυβέρνηση κατήργησε τα ΤΕΙ. Πώς συνεχίζετε αυτό το έργο και ποια είναι η γνώμη σας για τη δημιουργία του ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ; Θα δούμε απόφοιτους μηχανικούς πενταετούς φοίτησης από το Ίδρυμα;

«Η προηγούμενη πολιτική ηγεσία προχώρησε σε βεβιασμένη, πρόχειρη και ατεκμηρίωτη συγχώνευση και μετατροπή τμημάτων ΤΕΙ σε πανεπιστημιακά, χωρίς την πρόβλεψη μεταβατικής φάσης, χωρίς να λάβει υπόψη την κατάσταση σε υφιστάμενες δομές και διδακτικό προσωπικό και βεβαίως, χωρίς να έχει προηγηθεί η προβλεπόμενη από τον νόμο αξιολόγηση και γνωμοδότηση για τις συγχωνεύσεις από την τότε ΑΔΙΠ (Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση).

Κληθήκαμε να διαχειριστούμε ένα ναρκοθετημένο και άναρχο τοπίο και το αντιμετωπίσαμε με αίσθημα ευθύνης για τους νέους και τις νέες που επέλεξαν να εισαχθούν στα νέα τμήματα.

Εμείς προχωράμε με σχέδιο και μελετημένα βήματα για την αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη στηρίζοντας Τμήματα και Σχολές και λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις επιστημονικά τεκμηριωμένες εισηγήσεις της αναβαθμισμένης Ανεξάρτητης Αρχής, της ΕΘΑΑΕ, διαδόχου της ΑΔΙΠ.

Για τις συγχωνεύσεις τμημάτων και σχολών η ΕΘΑΑΕ, ως Ανεξάρτητη Αρχή, είναι επιφορτισμένη να αξιολογήσει και να γνωμοδοτήσει σχετικά, ώστε να υπάρχει αποτελεσματικός έλεγχος της ποιότητας της Ανώτατης Εκπαίδευσης και να πιστοποιούνται με εγκυρότητα τα ακαδημαϊκά προγράμματα των Ιδρυμάτων.

Το ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ. ανήκει στις περιπτώσεις των πρώην ΤΕΙ που έχουν επιδείξει ιδιαίτερα αξιόλογο επιστημονικό και ερευνητικό έργο και θεωρώ ότι έχει όλες τις προϋποθέσεις, όχι μόνο να αντεπεξέλθει στη νέα πραγματικότητα, αλλά και να εκμεταλλευτεί με τον καλύτερο τρόπο τις προοπτικές που του ανοίγονται.

Δείξαμε έμπρακτα τη στήριξη μας στο ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ. με την πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση που επιτρέπει την ολοκλήρωση της αγοράς του ακινήτου στα Τρία Μοναστήρια όπου στεγάζεται το Ινστιτούτο Φυσικής Πλάσματος και Laser, μια ερευνητική δομή αριστείας.

Προφανώς, οι απόφοιτοι της Σχολής Μηχανικών του ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ. είναι απόφοιτοι πενταετούς φοίτησης και μάλιστα έχω αναλάβει την πρωτοβουλία να συσταθεί με απόφαση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών επταμελής επιτροπή για την εξέταση της αντιστοιχίας Τμημάτων Σχολών Μηχανικών Πανεπιστημίου με Τμήματα Πολυτεχνικών Σχολών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.)».

Η σύνδεση έρευνας και αγοράς

Πώς διασφαλίζεται η σύνδεση της έρευνας με την εκπαίδευση και την αγορά εργασίας;

«Η αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας και η διασύνδεση των πανεπιστημίων με τη βιομηχανική και επιχειρηματική δραστηριότητα -εγχώρια και μη- είναι μια από τις βασικές κατευθύνσεις που θέτουμε για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Η έρευνα, η οποία παράγεται στα ΑΕΙ, είναι υψηλού επιπέδου και πρέπει να διευκολυνθεί και να ενισχυθεί έτι περαιτέρω.

Όμως, ο «ελλείπων κρίκος» παραμένει η εμπορική αξιοποίηση προϊόντων και υπηρεσιών που παράγονται στα ελληνικά πανεπιστήμια και εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας και την αντιμετώπιση της ανεργίας. Τόσο σε νομοθετικό επίπεδο, όσο και με άλλες ενέργειες και πρωτοβουλίες, θέτουμε τις προϋποθέσεις και ενθαρρύνουμε αυτόν τον στόχο.

Η κατάρτιση του νέου χάρτη για την Ανώτατη Εκπαίδευση, η διασύνδεση με την αγορά εργασίας, τα εξειδικευμένα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών που παρέχουν δυνατότητες συνεργασίας με ιδρύματα του εξωτερικού και ο περιορισμός της γραφειοκρατίας για τη διαχείριση ερευνητικών κονδυλίων είναι μερικές από τις επιλογές που έχουμε κάνει και θα συνεχίσουμε αμείωτη την προσπάθεια και το επόμενο διάστημα.

Ειδικότερα, προχωράμε στη θεσμοθέτηση του πλαισίου λειτουργίας των Γραφείων Μεταφοράς Τεχνολογίας και στη ρύθμιση ζητημάτων τα οποία αφορούν στην ίδρυση επιχειρήσεων έντασης γνώσης, τεχνοβλαστών κ.λπ. Σημαντικό ζήτημα για εμάς είναι και η ύπαρξη πλαισίου και δομών υποστήριξης της ερευνητικής και ακαδημαϊκής κοινότητας στη διαχείριση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας».

Η χρηματοδότηση των ΑΕΙ

Τα ΑΕΙ έχουν σοβαρό πρόβλημα υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης. Θα στηριχθούν τα ελληνικά Πανεπιστήμια;

«Είναι προφανές ότι τα ΑΕΙ πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους κάθε μέσο που θα τα βοηθήσει να λειτουργήσουν και να εξελιχθούν. Σχετικά με τη χρηματοδότησή τους, ο προϋπολογισμός του Υπουργείου Παιδείας για το 2020 προβλέπει 4 δισ. 953 εκ. ευρώ και είναι επαυξημένος κατά 102 εκατ. ευρώ σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.

Θα ήθελα επίσης να σας υπενθυμίσω ότι τα πανεπιστήμιά μας επιχορηγήθηκαν τον περασμένο χειμώνα με 22 εκατ. ευρώ από ίδιους πόρους του Υπουργείου, επιπλέον της τακτικής κρατικής χρηματοδότησης.

Εκτός από την άμεση οικονομική ενίσχυση συνδέσαμε μέρος της χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων -και συγκεκριμένα ένα είκοσι τοις εκατό (20%)- με αντικειμενικά κριτήρια και κριτήρια ποιότητας μετά από εμπλοκή της ΕΘΑΑΕ.

Διαμορφώσαμε ένα πλαίσιο το οποίο αποτρέπει αυθαίρετες πρακτικές του παρελθόντος σχετικά με την κατανομή της χρηματοδότησης, ενώ συγχρόνως δίνει κίνητρο στα πανεπιστήμια να αναπτύξουν τους ποιοτικούς δείκτες τους και να μεγεθύνουν τα επιτεύγματά τους.

Παράλληλα, ενθαρρύνουμε κάθε ενέργεια των Ιδρυμάτων για την προσέλκυση νέων πόρων, με την αξιοποίηση σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων και προς την κατεύθυνση αυτή θα συμβάλει και ο επερχόμενος νόμος».

 

Η συνέντευξη είναι διαθέσιμη και στην ιστοσελίδα της εφημερίδας ΠΑΤΡΙΣ.